Προβληματίσμος με αφορμή το πως η αξία του οικοπέδου της ΔΕΘ εκτμάται στα 30 εκατομμύρια ευρώ και ότι πρυτανεύει η σκέψη της αξιοποίησής του είτε με μια ήπια οικιστική ανάπτυξη είτε με τη δημιουργία γραφείων, διατηρώντας παράλληλα συγκεκριμένα κτίσματα και προσθέτοντας το απαραίτητο πράσινο.
Δε γνωρίζω αν το προτεινόμενο τίμημα είναι ρεαλιστικό. Δεν είμαι ο καθ’ ύλην αρμόδιος. Φρονώ, ωστόσο, πως κάθε πρόταση για την αξιοποίηση της ΔΕΘ, αλλά και του όμορου προς αυτήν χώρου, δηλ. του Γ' ΣΣ, θα όφειλε να παρέχει στην πόλη μας μια, σε βάθος χρόνου, σταθερή δυνατότητα παραγωγής πλούτου ακόμη και μετά την ολοκλήρωση του έργου. Συνάμα, ένας τέτοιος χώρος θα όφειλε, αξιοποιούμενος ορθά, να ανατρέψει την γκροτέσκα φυσιογνωμία της (ερωτική πόλη, μπουγατσούπολη, φραπεδούπολη, συμπρωτεύουσα κ.λπ.) προσδίδοντάς της κύρος και αναγνωρισιμότητα.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη με ανεπαρκή και αναποτελεσματική χάραξη οικονομικής πολιτικής και αναπτυξιακών στόχων. Παραμένει εγκλωβισμένη μεταξύ του κέντρου αποφάσεων που, βεβαίως, εδρεύει στην Αθήνα και της ιδιοπροσωπίας των κατοίκων της. Πέραν αυτών, λόγω των δυσμενέστατων οικονομικών συνθηκών που βιώνουμε, δεν πρέπει καμιά πρόταση που στερείται προστιθέμενης αξίας να τίθεται προς συζήτηση ή διαπραγμάτευση.
Με αυτά κατά νου επιτρέψτε μου να καταθέσω κάποιες σκέψεις μου. Δεν προσεγγίζω το θέμα ως τεχνοκράτης, αλλά ως ονειροπόλος κάτοικος της πόλης, ελπίζοντας πως άλλοι, ίσως πιο αρμόδιοι, θα τις ενστερνιστούν.
Σήμερα, γρήγορη οικονομική ανάπτυξη μπορεί να προσφέρει, εκτός άλλων, ο θεματικός τουρισμός (θρησκευτικός, ιατρικός, επιστημονικός, συνεδριακός κ.λπ.). Ο χώρος της ΔΕΘ, που εύκολα μπορεί να ενοποιηθεί με το χώρο του Γ' Σώματος Στρατού, παρέχει, λόγω της θέσης του, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες δυνατότητες. Σε αυτόν το χώρο μπορεί να δημιουργηθεί ένα συνεδριακό κέντρο που να έχει προοπτική παγκόσμιων συνεδρίων (10.000-15.000 συνέδρων), με παράλληλη κατασκευή, σε σχέση με αυτό, ενός πεντάστερου ξενοδοχείου (1.500 – 2.000 δωματίων και σε αρμονική αρχιτεκτονική συνύπαρξη με το θαυμάσιο κτίριο του Γ' Σώματος Στρατού). Ασφαλώς με προσθήκη άφθονου πράσινου στον περιβάλλοντα χώρο. Μια τέτοια πρόταση θα έλυνε το πρόβλημα της εμπορικής οικονομίας του κέντρου της πόλης (Τσιμισκή και Ευζώνων), που θλιβερά φθίνει, θα την καθιστούσε ευρέως γνωστή διεθνώς και θα δημιουργούσε μια σειρά μόνιμων θέσεων εργασίας.
Πέραν όλων αυτών, η γειτνίαση της συγκεκριμένης περιοχής με μια πληθώρα μουσείων (Αρχαιολογικό, Βυζαντινό, Πολεμικό, Σύγχρονης Τέχνης, Τελλόγλειο), με τα δύο πανεπιστήμιά μας (Αριστοτέλειο και Μακεδονίας), με μια μεγάλη σειρά βυζαντινών εκκλησιών (της Παλαιολόγειας κυρίως αναγέννησης), καθώς και με τα κυριότερα μνημεία της (Λευκός Πύργος, Καμάρα, Ροτόντα), καθιστά εφικτή την, και σε ιστορικό βάθος, γνωριμία της με τους συνέδρους.
Ασφαλώς η αδυναμία χρηματοδότησης ενός παρόμοιου εγχειρήματος οδηγεί στην ανάγκη εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή, με βέβαιο αντιστάθμισμα τη χρήση του χώρου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Φαντάζομαι πως, αν η Πολιτεία αποφασίσει να ενστερνιστεί τη συγκεκριμένη ιδέα παρέχοντας το νομικό προς τούτο πλαίσιο, αυτός θα εμφανιστεί. Παρακαλώ, στο σημείο αυτό, να σημειώσετε πως τα παγκόσμια συνέδρια, πέρα από το μεγάλο αριθμό συνέδρων, έχουν ειδικές λειτουργικές ανάγκες, επιβάλλουν διαστάσεις και υποδομές χώρων, πραγματοποιούνται σε ελάχιστες πόλεις στον κόσμο και οι συμμετέχοντες σε αυτά είναι, κατά κανόνα, οικονομικά ισχυρότεροι των λοιπών τουριστών.
Καταλήγω λέγοντας πως ένας παγκόσμιος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός μπορεί να διαμορφώσει ένα απολύτως αξιόλογο, από αισθητικής απόψεως, αποτέλεσμα, που να αποτελέσει αφ' εαυτού αξιοθέατο (περίπτωση της Valencia, όπου το complex που σχεδίασε ο Calatrava και που δεν ολοκληρώθηκε ακόμη αποτελεί ήδη αξιοθέατο της πόλης και αύξησε από μόνο του τον τουρισμό - αν δεν κάνω λάθος κατά 60%), χωρίς παράλληλα να αφαιρεί από την πόλη το πράσινο που έχει ανάγκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου