Τα παιδιά και οι έφηβοι που προέρχονται από οικογένειες με χαμηλότερο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, είναι πιο ευάλωτα στο να κρυολογούν ως ενήλικες, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Κάρνεγκι Μέλον, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχολογίας Σέλντον Κοέν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Brain, Behavior and Immunity", συνέκριναν την υγεία μιας ομάδας εθελοντών 18 έως 55 ετών σε σχέση με το κατά πόσο οι γονείς τους είχαν δικό τους σπίτι ή νοίκιαζαν
(ένα κριτήριο για το επίπεδο του οικογενειακού εισοδήματος), όταν οι εθελοντές ήσαν ενός έως 18 ετών.
Η μελέτη έδειξε ότι για κάθε παραπάνω χρόνο που οι γονείς των παιδιών δεν είχαν ιδιόκτητο σπίτι, αφενός αύξανε κατά 9% η πιθανότητα τους ως ενηλίκων να αρρωστήσουν από τον ιό του κοινού κρυολογήματος και αφετέρου ήταν μειωμένο κατά 5% το μήκος των τελομερών. Τα τελομερή είναι οι προστατευτικές πρωτεΐνες στις άκρες των χρωμοσωμάτων, που μειώνονται σταδιακά με το πέρασμα του χρόνου, καθώς κανείς γερνάει. Όσο ταχύτερα συρρικνώνονται, τόσο ο οργανισμός έχει μικρότερες άμυνες απέναντι στις λοιμώδεις και άλλες νόσους, ενώ υποκύπτει ευκολότερα σε χρόνιες ασθένειες, όπως ο καρκίνος και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
Η νέα έρευνα δείχνει ότι το χαμηλό οικογενειακό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο έχει σαφή βιολογική επίδραση, καθώς σχετίζεται τόσο με την μείωση των τελομερών, όσο και με την μεγαλύτερη συχνότητα κρυολογημάτων.
«Το περιβάλλον της παιδικής ηλικίας μπορεί να επηρεάσει την υγεία των ενηλίκων. Βρήκαμε στοιχεία υπέρ μιας βιολογικής εξήγησης για τη σημασία που έχουν οι παιδικές εμπειρίες, πράγμα που εξηγεί γιατί όσοι ανατράφηκαν από γονείς με σχετικά χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να ασθενήσουν ως ενήλικες», δήλωσε ο Κάρνεγκι Κοέν.