φαρμάκων δέχονται οι ευρωπαϊκές χώρες του Νότου, όπου η διείσδυση των
«αντίγραφων» φαρμάκων είναι μικρότερη από τις βορειοευρωπαϊκές.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όμως, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα
γενόσημα κατέχουν σημαντικό μερίδιο της αγοράς, οι ομοσπονδιακές αρχές
επιδιώκουν τώρα να εντείνουν τους ελέγχους στα εργοστάσια του τρίτου κόσμου
όπου παράγονται.
Έτσι, σύμφωνα με δημοσίευμα των «New York Times», ο αμερικανικός Οργανισμός
Φαρμάκων και Τροφίμων (FDA) έχει καταλήξει σε συμφωνία με τις εταιρίες
γενόσημων που πωλούν στις ΗΠΑ -παρασκευάζουν το 80% των φαρμάκων τους εκτός
Ηνωμένων Πολιτειών- προκειμένου να καταβάλουν συνολικό ετήσιο φόρο
299.000.000 δολαρίων. Το σκεπτικό είναι ότι με τα χρήματα αυτά ο FDA θα
μπορεί να διενεργεί ελέγχους σε εργοστάσια φαρμάκων στον τρίτο κόσμο, πολλά
από τα οποία δεν έχουν ελεγχθεί ποτέ.
Ως αντάλλαγμα οι εταιρίες γενόσημων θα πετύχουν την ταχύτερη αδειοδότησή
τους στην αμερικανική αγορά.
Το σκάνδαλο της ηπαρίνης
Την απόφαση φαίνεται να πυροδότησε το σκάνδαλο της μολυσμένης αντιπηκτικής
ουσίας ηπαρίνη, που είχε παραχθεί στην Κίνα και οδήγησε στον θάνατο 81
ανθρώπους στις ΗΠΑ το 2008. Οι αμερικανικές αρχές επιθυμούν να αποτρέψουν
παρόμοια σκάνδαλα.
Την ίδια στιγμή στην Ευρώπη, με πρότασή της πριν από μερικές μέρες η
Κομισιόν προτείνει τη μείωση του χρόνου λήψης εθνικών αποφάσεων για τις
τιμές των γενόσημων, προκειμένου να φτάνουν πιο γρήγορα στην ευρωπαϊκή αγορά
φαρμάκων.
Ειδικά η Ιταλία έλαβε «τελεσίγραφο» δύο μηνών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να
«συμμορφωθεί» με τις υπάρχουσες οδηγίες. Η σύσταση ακολούθησε έπειτα από
καταγγελία της πανευρωπαϊκής ένωσης γενόσημων EGA και της αντίστοιχης
ιταλικής ένωσης, πως ο ιταλικός νόμος -που προβλέπει ότι οι εταιρίες δεν
μπορούν να καταθέσουν αίτηση αδειοδότησης πριν από τον προτελευταίο χρόνο
λήξης της πατέντας πλήττει τα συμφέροντά τους. Στην Ισπανία η κυβέρνηση
Θαπατέρο ψήφισε ήδη τον Αύγουστο του 2011 νομοθεσία αντίστοιχη με την
ελληνική, που προβλέπει ότι οι Ισπανοί γιατροί θα συνταγογραφούν τις
δραστικές ουσίες των φαρμάκων και οι φαρμακοποιοί θα προκρίνουν τα φθηνότερα
σκευάσματα.
Σύμφωνα με την έκθεση του έγκριτου αμερικανικού ινστιτούτου IMS το 2011, τα
γενόσημα φάρμακα αναμένεται να ελέγχουν, έως το 2015, το 39% των δαπανών της
παγκόσμιας αγοράς φαρμάκων, φτάνοντας τα 430 δισεκατομμύρια δολάρια, από 234
δισεκατομμύρια δολάρια που ήταν το 2010. Και συγκεκριμένα όσον αφορά τις
δαπάνες στις ΗΠΑ, στη Γερμανία και τη Γαλλία το 22% του κόστους της αγοράς
στον Καναδά και τη Βρετανία το 28%, στην Ιταλία και την Ισπανία το 14%-16%.
Όσον αφορά τη διείσδυση στην αγορά σε ποσότητες φαρμάκων (καθώς για κάποιους
οι δαπάνες δεν είναι αντιπροσωπευτικές, αφού τα γενόσημα είναι σημαντικά
φθηνότερα), σε έκθεσή της από το 2009 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέγραφε
διείσδυση στη Γερμανία, στη Δανία και την Τσεχία που έφτανε μέχρι και το
60%, περίπου στο 30% βρισκόταν η Γαλλία, κάτω από το 30% η Ιταλία, κάτω από
το 20% η Ισπανία, ενώ η Ιρλανδία και η Ελλάδα βρίσκονταν στις τελευταίες
θέσεις με διείσδυση που έπεφτε κάτω από το 10% -ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό
υπολογίζεται στο 18%.
Πώς έφτασαν τα «φάρμακα των φτωχών» να «κατακτήσουν» τον πρώτο κόσμο; Η
παραγωγή των «αντίγραφων φαρμάκων» ξεκίνησε από την Ινδία στη δεκαετία του
'70, όταν η ινδική κυβέρνηση αποφάσισε να μην αναγνωρίζει τις «πατέντες» στα
φαρμακευτικά προϊόντα, για να ενισχύσει την τοπική φαρμακοβιομηχανία. Το
αποτέλεσμα ήταν να αντιγράφει ακριβά φάρμακα μεγάλων
φαρμακευτικών,προσφέροντας μία φθηνότερη λύση για τους ασθενείς του τρίτου
κόσμου -και κυρίως τους ασθενείς με AIDS- που δεν είχαν την οικονομική
δυνατότητα να αποκτήσουν τα πρωτότυπα. Η Ινδία κέρδισε έτσι τον «τίτλο» του
«Φαρμακείου των φτωχών» του πλανήτη, προκαλώντας όμως την αντίδραση των
φαρμακευτικών, που κατήγγειλαν την παραβίαση της «πατέντας» τους. Δηλαδή την
περίοδο «αποκλειστικής χρήσης» του φαρμάκου που έχει η εταιρία, η οποία
χρηματοδότησε την έρευνα για την ανάπτυξή του και η διάρκειά της είναι
συνήθως τα δέκα χρόνια. Τελικά η Ινδία, προκειμένου να πετύχει την ένταξή
της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, υπέγραψε τη λεγόμενη συνθήκη «Trips»,
που προϋπέθετε σεβασμό για τις «πατέντες», ενώ συνεχίζονται oι
διαπραγματεύσεις για αντίστοιχη εμπορική συμφωνία μεταξύ Ινδίας και
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο μεταξύ, όμως, η μάχη για φθηνότερα φάρμακα μόλις
ξεκινούσε.
Απεριόριστες δυνατότητες
Καθώς μετά τη λήξη της «πατέντας» οι μεγάλες φαρμακευτικές δεν έχουν πια την
αποκλειστικότητα των φαρμάκων τους, οι δυνατότητες για την παραγωγή
φθηνότερων αντιγράφων είναι απεριόριστες. Χώρες όπως η Βραζιλία και η Κίνα
μπήκαν στο «παιχνίδι» της παραγωγής γενόσημων, διεκδικώντας χαμηλότερες
τιμές από τα γενόσημα που παράγονται -με μεγαλύτερο κόστος- στις ΗΠΑ και την
Ευρώπη. Ταυτόχρονα, μεγάλες φαρμακευτικές έχουν ήδη προχωρήσει στην εξαγορά
εταιριών γενόσημων στην Κίνα και τη Βραζιλία, ενώ μία από αυτές ανακοίνωσε
τον Νοέμβριο ότι μετά τη λήξη της «πατέντας» ενός από τα πιο εμπορικά
φάρμακά της, θα προχωρήσει η ίδια στη διάθεση του γενόσημου, σε φθηνότερη
-φυσικά- τιμή. Πάντως, ο επόμενος φαρμακευτικός «πόλεμος» θα είναι για τα
αντικαρκινικά φάρμακα, καθώς αναμένεται η επέκταση των γενόσημων και στον
τομέα των βιοτεχνολογικών φαρμάκων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου